Υπαινισσόμενος στα βουλγαρικά
Μετάφραση: υπαινισσόμενος, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
Hinter
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: υπαινισσόμενος
υπαινισσόμενος λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, υπαινισσόμενος στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- υπαινίσσομαι στα βουλγαρικά - намеквам, промъквам, инсинуирам, вмъквам незабелязано
- υπαινιγμός στα βουλγαρικά - намек, нотка, подсказка, и намек
- υπακοή στα βουλγαρικά - верност, покорство, подчинение, послушание, послушанието, покорството
- υπακούω στα βουλγαρικά - покоряват, подчиняват, подчиняваме, покоряваме, се подчиняват
Τυχαίες λέξεις
Υπαινισσόμενος στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: Hinter
Μεταφράσεις: Hinter