Υπερβαίνω στα βουλγαρικά

Μετάφραση: υπερβαίνω, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
превишавам кредита си, превишавам кредита, надхвърлят собствените
Υπερβαίνω στα βουλγαρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: υπερβαίνω

υπερβαίνω αγγλικά, υπερβαίνω συνώνυμα, υπερβάλλω στα αγγλικά, υπερβαίνω τα εσκαμμένα, υπερβαίνω συνώνυμο, υπερβαίνω λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, υπερβαίνω στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • υπερατλαντικός στα βουλγαρικά - трансатлантически, трансатлантическото, трансатлантическата, трансатлантическия, трансатлантическо
  • υπερβάλλω στα βουλγαρικά - преувеличилата, преувеличавам, преувеличават, преувеличава, преувеличаваме, преувеличи
  • υπερβολικά στα βουλγαρικά - чрезмерно, извънредно, изключително, твърде, твърде много, крайно
  • υπερβολικός στα βουλγαρικά - чрезмерния, излишък, над, излишната, излишък от, излишния
Τυχαίες λέξεις
Υπερβαίνω στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: превишавам кредита си, превишавам кредита, надхвърлят собствените