Υπερβαίνω στα λιθουανικά

Μετάφραση: υπερβαίνω, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
pereikvoti, Viršyti, perdėti, Viršyti kreditą, Nadbierać
Υπερβαίνω στα λιθουανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: υπερβαίνω

υπερβαίνω αγγλικά, υπερβαίνω συνώνυμα, υπερβάλλω στα αγγλικά, υπερβαίνω τα εσκαμμένα, υπερβαίνω συνώνυμο, υπερβαίνω λεξικό γλώσσας λιθουανικά, υπερβαίνω στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • υπερατλαντικός στα λιθουανικά - transatlantinis, transatlantinė, transatlantiniai, transatlantinio, transatlantinės
  • υπερβάλλω στα λιθουανικά - perdėti, išpūsti, pervertinti, perdedi, išpučia
  • υπερβολικά στα λιθουανικά - nepaprastai, galo, pernelyg, be galo, darosi
  • υπερβολικός στα λιθουανικά - perteklius, perteklinis, perviršis, perteklių, perviršio
Τυχαίες λέξεις
Υπερβαίνω στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: pereikvoti, Viršyti, perdėti, Viršyti kreditą, Nadbierać