Φοβίζω στα βουλγαρικά

Μετάφραση: φοβίζω, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
уплаха, плаша
Φοβίζω στα βουλγαρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: φοβίζω

φοβίζω λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, φοβίζω στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • φοβάμαι στα βουλγαρικά - страх, страха, страхът, от страх
  • φοβέρα στα βουλγαρικά - тормоза, тормоз, малтретиране, насилието, на тормоза
  • φοβερός στα βουλγαρικά - закалка, страхотен, страхотно, страхотна, страхотни
  • φοβισμένος στα βουλγαρικά - ужасния, уплашен, страхува, страхуват, страхувайте, страхувам
Τυχαίες λέξεις
Φοβίζω στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: уплаха, плаша