Φοβίζω στα ουγγρικά

Μετάφραση: φοβίζω, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
ijedtség, megijeszt, félelem
Φοβίζω στα ουγγρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: φοβίζω

φοβίζω λεξικό γλώσσας ουγγρικά, φοβίζω στα ουγγρικά

Μεταφράσεις

  • φοβάμαι στα ουγγρικά - törvénytisztelet, félelem, a félelem, félelmet, való félelem
  • φοβέρα στα ουγγρικά - fenyegetés, megfélemlítés, zaklatás, a megfélemlítés, bántalmazás, zaklatást
  • φοβερός στα ουγγρικά - mélységes, kokillaedzés, rémséges, jegelés, döbbenetes, félelmetes, fantasztikus, ...
  • φοβισμένος στα ουγγρικά - félt, félek, félnek, félni, félj
Τυχαίες λέξεις
Φοβίζω στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: ijedtség, megijeszt, félelem