Φυλετικός στα βουλγαρικά
Μετάφραση: φυλετικός, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
племенен, племенна, племенни, племенните, племенно
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: φυλετικός
φυλετικός διαχωρισμός, φυλετικόσ καταμερισμόσ εργασίασ, φυλετικός ρατσισμός ή εθνικιστικός ρατσισμός, φυλετικός ρατσισμός ορισμός, φυλετικός διμορφισμός, φυλετικός λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, φυλετικός στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- φυλακισμένος στα βουλγαρικά - затворник, пленник, плен, затворника
- φυλαχτό στα βουλγαρικά - талисман, талисмана, талисмани, талисманът
- φυλλάδιο στα βουλγαρικά - брошура, брошурата, брошури, брошура за
- φυλλοβόλος στα βουλγαρικά - широколистен, широколистни, широколистна, листопадни, широколистните
Τυχαίες λέξεις
Φυλετικός στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: племенен, племенна, племенни, племенните, племенно
Μεταφράσεις: племенен, племенна, племенни, племенните, племенно