Φυλετικός στα λευκορωσικά
Μετάφραση: φυλετικός, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
племянной, племянны, племянная, племянную
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: φυλετικός
φυλετικός διαχωρισμός, φυλετικόσ καταμερισμόσ εργασίασ, φυλετικός ρατσισμός ή εθνικιστικός ρατσισμός, φυλετικός ρατσισμός ορισμός, φυλετικός διμορφισμός, φυλετικός λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, φυλετικός στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- φυλακισμένος στα λευκορωσικά - зняволены, заключаны, вязень, зьняволены, вязня
- φυλαχτό στα λευκορωσικά - талісман
- φυλλάδιο στα λευκορωσικά - брашура, брашуры
- φυλλοβόλος στα λευκορωσικά - лісцяны, ліставых, ліставы, лістоўны, то ліставы
Τυχαίες λέξεις
Φυλετικός στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: племянной, племянны, племянная, племянную
Μεταφράσεις: племянной, племянны, племянная, племянную