Φυτοφάγο στα βουλγαρικά

Μετάφραση: φυτοφάγο, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
тревопасно, вегетарианец, вегетариански, вегетарианска, вегетарианско, вегетарианци
Φυτοφάγο στα βουλγαρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: φυτοφάγο

άνθρωπος φυτοφάγο, φυτοφάγο ζώο, φυτοφάγο λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, φυτοφάγο στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • φυτεία στα βουλγαρικά - плантация, насаждения, насажденията, насаждение, плантации
  • φυτεύω στα βουλγαρικά - завод, растения, садило, посявам
  • φυτρώνω στα βουλγαρικά - покълвам, напъпвам, карам да се развие, покълнат, покълват
  • φυτό στα βουλγαρικά - завод, растения, растение, растителна, за растителна, растителен
Τυχαίες λέξεις
Φυτοφάγο στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: тревопасно, вегетарианец, вегетариански, вегетарианска, вегетарианско, вегетарианци