Χαντάκι στα βουλγαρικά
Μετάφραση: χαντάκι, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
овраг, траншея, канавка, канава, ров, канавката, канал, канавки
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: χαντάκι
χαντάκι συνώνυμο, ονειροκρίτης χαντάκι, χαντάκι ετυμολογια, χαντάκι λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, χαντάκι στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- χαμόκλαδα στα βουλγαρικά - храсталак, гъсталак, шубрак, подраст, подлес
- χαμός στα βουλγαρικά - загуби, потеря, гибел, Doom, Дуум, обреченост, съдба
- χαντακώνω στα βουλγαρικά - развалини, chantakonontai
- χαοτικός στα βουλγαρικά - хаотичен, хаотична, хаотично, хаотични, хаотичното
Τυχαίες λέξεις
Χαντάκι στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: овраг, траншея, канавка, канава, ров, канавката, канал, канавки
Μεταφράσεις: овраг, траншея, канавка, канава, ров, канавката, канал, канавки