Χορτοφάγο στα βουλγαρικά
Μετάφραση: χορτοφάγο, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
тревопасно, вегетарианец, вегетариански, вегетарианска, вегетарианско, вегетарианци
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: χορτοφάγο
χορτοφάγο λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, χορτοφάγο στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- χορταίνω στα βουλγαρικά - засищам, пресищам, Сейт, засищат, Провеждащо
- χορταστικός στα βουλγαρικά - пълнеж, пълнене, запълване, за пълнене, попълване
- χορτοφάγος στα βουλγαρικά - вегетарианец, вегетариански, вегетарианска, вегетарианско, вегетарианци
- χορωδιακός στα βουλγαρικά - хоров, хорово, хорова, хоровото, хорови
Τυχαίες λέξεις
Χορτοφάγο στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: тревопасно, вегетарианец, вегетариански, вегетарианска, вегетарианско, вегетарианци
Μεταφράσεις: тревопасно, вегетарианец, вегетариански, вегетарианска, вегетарианско, вегетарианци