Χορτοφάγο στα δανικά

Μετάφραση: χορτοφάγο, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
planteæder, vegetar, vegetarisk, vegetariske, vegetabilsk
Χορτοφάγο στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: χορτοφάγο

χορτοφάγο λεξικό γλώσσας δανικά, χορτοφάγο στα δανικά

Μεταφράσεις

  • χορταίνω στα δανικά - sate, sad, forvaltningsret, for dér, af Sate
  • χορταστικός στα δανικά - fyldning, påfyldning, fyld, paafyldning, fyldet
  • χορτοφάγος στα δανικά - vegetar, vegetarisk, vegetariske, vegetabilsk
  • χορωδιακός στα δανικά - kor, Choral, koral, korsang, kor-
Τυχαίες λέξεις
Χορτοφάγο στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: planteæder, vegetar, vegetarisk, vegetariske, vegetabilsk