Απαλλαγμένος στα γερμανικά
Μετάφραση: απαλλαγμένος, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
freistellen, kostenlos, frei, gratis, freien, kostenlose
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: απαλλαγμένος
απαλλαγμένος συνωνυμο, απαλλαγμένος στα αγγλικα, απαλλαγμένος από κάθε ηθική, απαλλαγμένος λεξικό γλώσσας γερμανικά, απαλλαγμένος στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- απαλλάσσω στα γερμανικά - loswerden, handeln, freistellen, befreien, entlasten, verzeihen, befreit, ...
- απαλλαγή στα γερμανικά - freispruch, erfüllung, austeilung, gabe, freistellung, befreiung, verteilung, ...
- απαλλοτρίωση στα γερμανικά - zwangsenteignung, Enteignung, Enteignungs, Enteignungen, Expropriation, die Enteignung
- απαλός στα γερμανικά - seidenartig, sanft, zahm, sanftmütig, seidig, seiden, aristokratisch, ...
Τυχαίες λέξεις
Απαλλαγμένος στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: freistellen, kostenlos, frei, gratis, freien, kostenlose
Μεταφράσεις: freistellen, kostenlos, frei, gratis, freien, kostenlose