Βιομήχανος στα γερμανικά
Μετάφραση: βιομήχανος, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
Industrieller, Unternehmer, Industriellen, Industrielle
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βιομήχανος
βιομήχανος μαρούσης, παξινός βιομήχανος, βιομήχανος αλέκος αθανασιάδης, βιομήχανος δημήτρης αγγελόπουλος, βιομήχανος ανδρέας δούρος, βιομήχανος λεξικό γλώσσας γερμανικά, βιομήχανος στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- βιολιστής στα γερμανικά - violinist, geiger, Geiger, Violinist, Geigerin, Violinisten, Violinistin
- βιολογικός στα γερμανικά - biologe, biologisch, biologischen, biologische, biologischer, biologisches
- βιομηχανία στα γερμανικά - industrie, fleiß, emsigkeit, gewerbe, Industrie, Branche
- βιομηχανικός στα γερμανικά - industriell, gewerblich, Industrie, industriellen, industrielle
Τυχαίες λέξεις
Βιομήχανος στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: Industrieller, Unternehmer, Industriellen, Industrielle
Μεταφράσεις: Industrieller, Unternehmer, Industriellen, Industrielle