Βιομήχανος στα ισλανδικά
Μετάφραση: βιομήχανος, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
industrialist
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βιομήχανος
βιομήχανος μαρούσης, παξινός βιομήχανος, βιομήχανος αλέκος αθανασιάδης, βιομήχανος δημήτρης αγγελόπουλος, βιομήχανος ανδρέας δούρος, βιομήχανος λεξικό γλώσσας ισλανδικά, βιομήχανος στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- βιολιστής στα ισλανδικά - fiðluleikari, fiðlunám, luleikari
- βιολογικός στα ισλανδικά - líffræðilega, líffræðileg, líffræðilegum, líffræðilegt, sýkla-
- βιομηχανία στα ισλανδικά - iðni, iðjusemi, iðnaður, Industry, iðnaði, iðnaðar, Iðnaðurinn
- βιομηχανικός στα ισλανδικά - iðnaðar, Industrial, iðnaði, sviði iðnaðar
Τυχαίες λέξεις
Βιομήχανος στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: industrialist
Μεταφράσεις: industrialist