Μοχθηρός στα γερμανικά
Μετάφραση: μοχθηρός, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
gehässig, böswillig, übelwollend, arglistig, boshaft, spiteful, gehässigen, gehässige
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μοχθηρός
μοχθηρός συνώνυμα, μοχθηρός λεξικό γλώσσας γερμανικά, μοχθηρός στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- μουχρός στα γερμανικά - dunkelheit, blödsinnig, stumpfsinnig, stumpf, düster, trostlos, griesgrämig, ...
- μοχθηρία στα γερμανικά - schaden, arglist, bosheit, unfug, gaunerei, unheil, böswilligkeit, ...
- μοχλός στα γερμανικά - hebel, montiereisen, Hebel, Hebels
- μούδιασμα στα γερμανικά - benommenheit, Taubheit, Taubheitsgefühl, Erstarrung, Taubheits, Benommenheit
Τυχαίες λέξεις
Μοχθηρός στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: gehässig, böswillig, übelwollend, arglistig, boshaft, spiteful, gehässigen, gehässige
Μεταφράσεις: gehässig, böswillig, übelwollend, arglistig, boshaft, spiteful, gehässigen, gehässige