Gehässig στα ελληνικά

Μετάφραση: gehässig, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εμπαθής, μοχθηρός, κακεντρεχής, spitefully, πείσμα, με πείσμα
Gehässig στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • abwischend στα ελληνικά - Σκούπισμα, Σκουπίζοντας, σκουπίζοντάς, το σκούπισμα, Το σκουπίζοντας
  • antagonist στα ελληνικά - ανταγωνιστής, ανταγωνιστή, ανταγωνιστού, ανταγωνιστή του, ανταγωνιστική
  • aufschub στα ελληνικά - διάλλειμα, καθυστέρηση, εκκρεμότητα, εναιώρημα, περιμένω, περίμενε, ανάπαυλα, ...
  • aushaltend στα ελληνικά - αντέχουν, αντέχει, αντέξουν, να αντέχει, να αντέχουν
Τυχαίες λέξεις
Gehässig στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εμπαθής, μοχθηρός, κακεντρεχής, spitefully, πείσμα, με πείσμα