Ξηρότητα στα γερμανικά

Μετάφραση: ξηρότητα, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
dürre, trockenheit, Trockenheit, Trockne einge, Trockene einge, spröder, zur Trockene
Ξηρότητα στα γερμανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ξηρότητα

ξηρότητα οφθαλμών, ξηρότητα κόλπου, ξηρότητα κόλπου αντιμετώπιση, ξηρότητα δέρματος, ξηρότητα ματιών, ξηρότητα λεξικό γλώσσας γερμανικά, ξηρότητα στα γερμανικά

Μεταφράσεις

  • ξηρασία στα γερμανικά - dürre, Trockenheit, Dürre, Dürren, Trocken
  • ξηρός στα γερμανικά - dörren, knusprig, abstinent, herb, dürr, trocknen, ironisch, ...
  • ξινός στα γερμανικά - verdrießlich, mürrisch, säuregehalt, grämlich, griesgrämig, sauer, säuerlich, ...
  • ξιπασμένος στα γερμανικά - prunkvoll, steril, unfruchtbar, fruchtlos, anspruchsvoll, vergeblich, hochnäsig, ...
Τυχαίες λέξεις
Ξηρότητα στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: dürre, trockenheit, Trockenheit, Trockne einge, Trockene einge, spröder, zur Trockene