Πεδικλώνω στα γερμανικά
Μετάφραση: πεδικλώνω, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
trip, reise, abstecher, Fessel, fetter, fesseln, Hemmnis
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πεδικλώνω
πεδικλώνω λεξικό γλώσσας γερμανικά, πεδικλώνω στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- πεδίο στα γερμανικά - fachrichtung, körper, bereich, sphäre, domäne, einsatzgebiet, feld, ...
- πεδιάδα στα γερμανικά - unscheinbar, offenbar, blank, schier, bloß, einleuchtend, ehrlich, ...
- πεζεύω στα γερμανικά - pezefo
- πεζικό στα γερμανικά - fußvolk, infanterie, Infanterie, Infanteristen, Fußvolk
Τυχαίες λέξεις
Πεδικλώνω στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: trip, reise, abstecher, Fessel, fetter, fesseln, Hemmnis
Μεταφράσεις: trip, reise, abstecher, Fessel, fetter, fesseln, Hemmnis