Λέξη: ορμόνη

Σχετικές λέξεις: ορμόνη

ορμόνη οξυτοκίνη, ορμόνη γκρελίνη, ορμόνη ριζοβολίας, ορμόνη ετυμολογία, ορμόνη εγκυμοσύνης, ορμόνη lh, ορμόνη tsh, ορμόνη fsh, ορμόνη κορτιζόλη, ορμόνη ωκυτοκίνη

Μεταφράσεις: ορμόνη

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
hormone, hormone is, stimulating hormone
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
hormona, hormón, la hormona, hormonal, hormona de, hormona del
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
hormon, Hormon, Hormons
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
hormone, l'hormone, hormones, hormonal, hormone de
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
ormone, ormonale, dell'ormone, ormone della, ormoni
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
hormônio, hormona, hormona de, hormônio do, hormônio de
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
hormoon, hormonen, hormonale, hormoon dat
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
гормон, гормона, гормонов, гормоном
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
hormon, hormonet, Hormone, hormon som
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
hormon, hormonet, hormon som
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
hormoni, hormonin, hormonia, hormonien
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
hormon, hormonet, hormoner
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
hormon, hormonu, hormonální, hormonů
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
hormon, hormonu, hormonem, hormonalnej, hormonów
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
hormon, hormont, hormonok, hormonnal
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
hormon, hormonu, hormonunun, hormondur
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
гормон
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
hormon, hormoneve, të hormoneve, hormoni, hormon i
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
хормон, хормона, хормони, хормон на
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
гармон, гормон, гармону
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
hormoon, hormooni, hormoonide, kasvuhormooni
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
hormon, hormonsko, hormona, hormoni, hormonske, hormon koji
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
hormón, hormónið, hormónum, hormóni, hormón sem
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
hormonas, hormono, hormonų, hormoną
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
hormons, hormonu, hormona
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
хормони, хормон, хормонот, хормонска, хормонот на, хормонот за
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
hormon, hormonului, hormon de, hormonului de, de hormon
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
hormon, hormona, hormone, hormonsko
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
hormón, hormónu

Στατιστικά δημοτικότητας: ορμόνη

Τυχαίες λέξεις