Πεδικλώνω στα λιθουανικά
Μετάφραση: πεδικλώνω, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
rišti, kelionė, sukaustyti, Susieti rankomis bei kojomis, apkaustyti, pančioti, grandinė
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πεδικλώνω
πεδικλώνω λεξικό γλώσσας λιθουανικά, πεδικλώνω στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- πεδίο στα λιθουανικά - dirvožemis, sritis, lyguma, laukinis, laukas, srityje, lauke, ...
- πεδιάδα στα λιθουανικά - paprastas, lyguma, paprasto, aiškiai, lygus
- πεζεύω στα λιθουανικά - pezefo
- πεζικό στα λιθουανικά - pėstininkai, pėstininkų, pėstininkas, Infantry, pėstieji
Τυχαίες λέξεις
Πεδικλώνω στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: rišti, kelionė, sukaustyti, Susieti rankomis bei kojomis, apkaustyti, pančioti, grandinė
Μεταφράσεις: rišti, kelionė, sukaustyti, Susieti rankomis bei kojomis, apkaustyti, pančioti, grandinė