Έλλειψη στα δανικά
Μετάφραση: έλλειψη, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
mangel, ville, underskud, savne, deficit, manglen, knaphed, mangel på, manglende
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: έλλειψη
έλλειψη αυξητικής ορμόνης, έλλειψη καλίου, έλλειψη βιταμίνης d, έλλειψη β12, έλλειψη ενζύμου g6pd, έλλειψη λεξικό γλώσσας δανικά, έλλειψη στα δανικά
Μεταφράσεις
- έλκος στα δανικά - mavesår, ulcus, sår, såret, ulcer
- έλκω στα δανικά - trække, tiltrække, tegne, ulcerate, ulceration
- έλξη στα δανικά - tiltrækning, attraktion, Type, seværdighed, seværdigheden
- έλος στα δανικά - sump, mose, marsk, Marsh, mosen, marsken
Τυχαίες λέξεις
Έλλειψη στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: mangel, ville, underskud, savne, deficit, manglen, knaphed, mangel på, manglende
Μεταφράσεις: mangel, ville, underskud, savne, deficit, manglen, knaphed, mangel på, manglende