Ένταση στα δανικά

Μετάφραση: ένταση, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
spænding, intensitet, intensiteten, styrke, lysstyrke
Ένταση στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ένταση

ένταση ηλεκτρικού πεδίου, ένταση στην κριμαία, ένταση μαγνητικού πεδίου, ένταση στην εθνική οδό, ένταση ακτινοβολίας, ένταση λεξικό γλώσσας δανικά, ένταση στα δανικά

Μεταφράσεις

  • ένταλμα στα δανικά - warrant, kendelsen, arrestordre, arrestordren, warrantprogram
  • ένταξη στα δανικά - tiltrædelse, tiltrædelsen, tiltrædelse af, tiltraedelse, optagelse
  • έντεκα στα δανικά - elleve, Xperteleven, Eleven
  • έντερο στα δανικά - tarm, tarmen, tarmene, tarme
Τυχαίες λέξεις
Ένταση στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: spænding, intensitet, intensiteten, styrke, lysstyrke