Έπαθλο στα δανικά

Μετάφραση: έπαθλο, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
præmie, prisen, pris, gevinst, præmien
Έπαθλο στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: έπαθλο

πύθια έπαθλο, ίσθμια έπαθλο, έπαθλο συνώνυμο, έπαθλο για τους νικητές των ολυμπιακών αγώνων στην αρχαία ελλάδα, έπαθλο forthnet, έπαθλο λεξικό γλώσσας δανικά, έπαθλο στα δανικά

Μεταφράσεις

  • έξυπνος στα δανικά - begavet, smart, intelligent, dreven, klog, kloge, dygtig, ...
  • έξω στα δανικά - ud, ud af, Udtjekning, out, ud til
  • έπαινος στα δανικά - ros, lovprise, love, rose, anerkendelse, lovprisning
  • έπαλξη στα δανικά - murkrone, battlement, Rækværk, brystværn, Murtinden
Τυχαίες λέξεις
Έπαθλο στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: præmie, prisen, pris, gevinst, præmien