Αβέβαιος στα δανικά

Μετάφραση: αβέβαιος, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
usikker, usikre, usikkert, usikkerhed
Αβέβαιος στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αβέβαιος

αβέβαιος συνωνυμα, βέβαιος συνώνυμο, αβέβαιος λεξικό γλώσσας δανικά, αβέβαιος στα δανικά

Μεταφράσεις

  • αίτηση στα δανικά - brug, ansøgning, anvendelse, anvendelsen, ansøgningen, program
  • αβάκιο στα δανικά - abacus, kuglerammen, kugleramme, af Abacus
  • αβαείο στα δανικά - abbedi, Abbey, kloster, klosteret, klostret
  • αβεβαιότητα στα δανικά - tvivl, usikkerhed, usikkerheden, uvished, usikkerhed med
Τυχαίες λέξεις
Αβέβαιος στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: usikker, usikre, usikkert, usikkerhed