Αγγελιοφόρος στα δανικά
Μετάφραση: αγγελιοφόρος, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
bud, messenger, budbringer, sendebud, budbringeren
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αγγελιοφόρος
αγγελιοφόρος αγγελίες εργασίας θεσσαλονίκη, αγγελιοφόρος κυριακής, αγγελιοφόρος ή αγγελιαφόρος, αγγελιοφόρος αγγελίες, αγγελιοφόρος μικρές αγγελίες, αγγελιοφόρος λεξικό γλώσσας δανικά, αγγελιοφόρος στα δανικά
Μεταφράσεις
- αγγειοπλαστική στα δανικά - keramik, Pottery, lervarer, lertøj
- αγγελικός στα δανικά - engleblid, engleagtige, englenes, angelic, engleagtig
- αγγουράκι στα δανικά - agurk, Gherkin, Sylteagurk, agurker, drueagurker
- αγγούρι στα δανικά - agurk, agurker, agurken, cucumber
Τυχαίες λέξεις
Αγγελιοφόρος στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: bud, messenger, budbringer, sendebud, budbringeren
Μεταφράσεις: bud, messenger, budbringer, sendebud, budbringeren