Αιολική στα δανικά
Μετάφραση: αιολική, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
vind, vinden, wind, vind-, vindenergi
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αιολική
αιολική γη, αιολική διάβρωση, αιολική βερμίου ε.ε, αιολική γη pdf, αιολική ενέργεια ppt, αιολική λεξικό γλώσσας δανικά, αιολική στα δανικά
Μεταφράσεις
- αιμορραγώ στα δανικά - bløder, bløde, bleed, at bløde, udlufte
- αινιγματικός στα δανικά - mystisk, kryptisk, kryptiske, krypteret, gådefulde
- αιρετικός στα δανικά - kætter, kætterske, kættere, kættersk
- αισθάνομαι στα δανικά - mærke, sans, mening, føle, følelse, føler, føle sig, ...
Τυχαίες λέξεις
Αιολική στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: vind, vinden, wind, vind-, vindenergi
Μεταφράσεις: vind, vinden, wind, vind-, vindenergi