Ανακαλύπτω στα δανικά
Μετάφραση: ανακαλύπτω, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
opdage, oplev, opleve, finde, opdager
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ανακαλύπτω
ανακαλύπτω τον εαυτό μου, ανακαλύπτω τις μηχανές download, ανακαλύπτω τη φύση, ανακαλύπτω το κρασί, ανακαλύπτω συνώνυμα, ανακαλύπτω λεξικό γλώσσας δανικά, ανακαλύπτω στα δανικά
Μεταφράσεις
- ανακαίνιση στα δανικά - renovering, til renovering, renovering i, renovation, renoveringen
- ανακαινίζω στα δανικά - orord, ro rd
- ανακαλώ στα δανικά - tilbagekaldelse, husker, tilbagekaldelsen, huske, tilbagekaldelse af
- ανακατεμένος στα δανικά - promiskuøs, promiskuøse, flane, promiscuous, promiskuos
Τυχαίες λέξεις
Ανακαλύπτω στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: opdage, oplev, opleve, finde, opdager
Μεταφράσεις: opdage, oplev, opleve, finde, opdager