Ανακαλύπτω στα ολλανδικά

Μετάφραση: ανακαλύπτω, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
overblijfsel, afbakenen, trekken, spoor, voetspoor, uittekenen, aftekenen, afdruk, ontdekken, ontdek, te ontdekken, ontdekt
Ανακαλύπτω στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ανακαλύπτω

ανακαλύπτω τον εαυτό μου, ανακαλύπτω τις μηχανές download, ανακαλύπτω τη φύση, ανακαλύπτω το κρασί, ανακαλύπτω συνώνυμα, ανακαλύπτω λεξικό γλώσσας ολλανδικά, ανακαλύπτω στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • ανακαίνιση στα ολλανδικά - vernieuwing, renovatie, renovatie in, Renovatiejaar, verbouwing
  • ανακαινίζω στα ολλανδικά - oorwoord, o orw o ord, orw o ord
  • ανακαλώ στα ολλανδικά - annulering, afschaffing, annuleren, tenietdoen, intrekking, vernietigen, ontbinding, ...
  • ανακατεμένος στα ολλανδικά - divers, sortering, gemengd, promiscue, promiscuous, promiscu, promiscueuze
Τυχαίες λέξεις
Ανακαλύπτω στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: overblijfsel, afbakenen, trekken, spoor, voetspoor, uittekenen, aftekenen, afdruk, ontdekken, ontdek, te ontdekken, ontdekt