Αναχαράζω στα δανικά
Μετάφραση: αναχαράζω, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
anacharazo
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αναχαράζω
αναχαράζω λεξικό γλώσσας δανικά, αναχαράζω στα δανικά
Μεταφράσεις
- αναφωνώ στα δανικά - udbryde, udbryder, at udbryde, udbrød
- αναχαιτίζω στα δανικά - indskrænke, rumme, bankanvisning, indeholde, check, tilbageholde, at tilbageholde, ...
- αναχρονισμός στα δανικά - anakronisme, anakronistisk
- αναχρονιστικός στα δανικά - anakronistisk, anakronistiske, utidssvarende, anakronisme, anakronistisk at
Τυχαίες λέξεις
Αναχαράζω στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: anacharazo
Μεταφράσεις: anacharazo