Λέξη: έξω
Σχετικές λέξεις: έξω
έξω η ζωή είναι πολύχρωμη, έξω φυσάει και βρέχει, έξω οι κλέφτες, έξω από τα δόντια, έξω φτώχεια και καλή καρδιά (1964), έξω φτώχεια και καλή καρδιά, έξω φρενών, έξω βρέχει, έξω απ' τα μέτρα, έξω φρενών ο ουγγαρέζος με την μπουλέ σηκώθηκε να φύγει η παρουσιάστρια από το πρωινό mou video
Συνώνυμα: έξω
απέξω, εμπρός, εκτός
Μεταφράσεις: έξω
έξω στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
out, outside, outdoors, away, off
έξω στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
fuera, hacia fuera, de, por, cabo
έξω στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
auswärts, außerhalb, hinaus, heraus, verboten, aus, out, Sie, sich
έξω στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
éteint, hors, outre, extérieur, sauf, dehors, éliminé, en dehors, sur, à
έξω στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
fuori, su, out, Partenza, dalla
έξω στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
nossos, fora, para fora, para, a, out
έξω στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
daarbuiten, uiterlijk, buiten, uit, eruit, out, van
έξω στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
снаружи, отливать, вспучить, усыхать, обтрепать, замыть, наружный, замывать, извне, гаснуть, догорать, наружу, сгорать, просовывать, усохнуть, угаснуть, из, вне, за, выход
έξω στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
utenfor, ut, med, Utsjekking, ute, av
έξω στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
ut, slut, ur, anges, Utcheckning
έξω στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
esille, ulos, ulkona, esillä, esiin, pois, out, joukosta
έξω στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
ud, ud af, Udtjekning, out, ud til
έξω στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
mimo, kromě, ven, venku, z, se
έξω στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
zewnętrzny, jawnie, autowy, pomniejszyć, obecnie, zewnątrz, przekonać, na zewnątrz, z, się, na, out
έξω στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
kifelé, ki, meg, arra, el, végre
έξω στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
dışarı, üzerinden, out, takım arasından, dışında
έξω στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
зовні, назовні, з, із, зі, через, из
έξω στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
jashtë, nga, se, out, dalë
έξω στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
навън, вън, от, по, на
έξω στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
па-за, звонку, з, са
έξω στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
väljas, välja, läbi, viia, out, tähelepanu sellele
έξω στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
najuriti, izgnati, izbaciti, istisnuti, van, iz, kako, se, out
έξω στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
út, fram, úr, á, þarna
έξω στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
iš, dėmesį, link, out, išėjo
έξω στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
ārā, no, veic, kas
έξω στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
надвор, од, на, излезе
έξω στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
interzis, afară, din, în, out, afara
έξω στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
mimo, ven, out, iz, izvajajo, določene
έξω στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
mimo, vén, výstup, vonku, aut, von