Αντίληψη στα δανικά
Μετάφραση: αντίληψη, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
perception, bevidsthed, begreb, opfattelse, opfattelsen, opfattelse af, oplevelse
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αντίληψη
αντίληψη θεωρία και δέσμευση, αντίληψη του χώρου, αντίληψη ορισμός, αντίληψη αγγλικά, αντίληψη συνώνυμο, αντίληψη λεξικό γλώσσας δανικά, αντίληψη στα δανικά
Μεταφράσεις
- αντίκτυπο στα δανικά - virkning, indvirkning, effekt, virkningen, virkninger
- αντίκτυπος στα δανικά - virkning, indvirkning, effekt, virkningen, virkninger
- αντίλογος στα δανικά - svar, svare, riposte, modangreb, modstød, riposten, modangrebet
- αντίο στα δανικά - farvel, afsked, tage afsked
Τυχαίες λέξεις
Αντίληψη στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: perception, bevidsthed, begreb, opfattelse, opfattelsen, opfattelse af, oplevelse
Μεταφράσεις: perception, bevidsthed, begreb, opfattelse, opfattelsen, opfattelse af, oplevelse