Ανταποκρινόμενος στα δανικά

Μετάφραση: ανταποκρινόμενος, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
svar, respons, reaktion, indsats, svaret
Ανταποκρινόμενος στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ανταποκρινόμενος

ανταποκρινόμενος λεξικό γλώσσας δανικά, ανταποκρινόμενος στα δανικά

Μεταφράσεις

  • ανταποδίνω στα δανικά - antapodino
  • ανταποκρίνομαι στα δανικά - svarer, svare, overensstemmelse, i overensstemmelse
  • ανταπόδοση στα δανικά - hævn, gengældelse, frem- og tilbagegående bevægelse, frem- og tilbagegående, reciprokering, reciprokeringstiden
  • ανταπόκριση στα δανικά - forbindelse, korrespondance, overensstemmelse, korrespondancen, brevveksling
Τυχαίες λέξεις
Ανταποκρινόμενος στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: svar, respons, reaktion, indsats, svaret