Αξίωμα στα δανικά
Μετάφραση: αξίωμα, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
aksiom, grundsætning, kontor, Office, kontoret, hjemsted, kontor for
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αξίωμα
αξίωμα-φροντιστήριο, αξίωμα επιλογής, αξίωμα του αρχιμήδη, αξίωμα ορισμός, αξίωμα θεώρημα, αξίωμα λεξικό γλώσσας δανικά, αξίωμα στα δανικά
Μεταφράσεις
- αξία στα δανικά - fortjene, værdi, fortjeneste, værdien, vaerdi
- αξίζω στα δανικά - fortjene, fortjener, fortjent
- αξίωση στα δανικά - krav, ifølge krav, påstand, kravet, fordring
- αξιέπαινος στα δανικά - prisværdigt, prisværdige, prisværdig, rosværdigt
Τυχαίες λέξεις
Αξίωμα στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: aksiom, grundsætning, kontor, Office, kontoret, hjemsted, kontor for
Μεταφράσεις: aksiom, grundsætning, kontor, Office, kontoret, hjemsted, kontor for