Αποζημιώνω στα δανικά

Μετάφραση: αποζημιώνω, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
skadesløsholde, friholde, godtgøre, fritage, yde erstatning
Αποζημιώνω στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αποζημιώνω

αποζημιώνω αγγλικά, αποζημιώνω λεξικό γλώσσας δανικά, αποζημιώνω στα δανικά

Μεταφράσεις

  • αποδυναμώνω στα δανικά - forarme, fattigere, forarmer, udpine, ruinere
  • αποζημίωση στα δανικά - belønning, kompensation, erstatning, godtgørelse, udligning, kompensationen
  • αποθέωση στα δανικά - apoteose, apoteosen, apotheose, guddommeliggørelsen, apoteotisk
  • αποθήκευση στα δανικά - remise, lager, depot, opbevaring, oplagring, lagring, opbevaringsboks
Τυχαίες λέξεις
Αποζημιώνω στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: skadesløsholde, friholde, godtgøre, fritage, yde erstatning