Αποζημιώνω στα ισλανδικά
Μετάφραση: αποζημιώνω, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
bæta, bæta tjón, ábyrgjast
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αποζημιώνω
αποζημιώνω αγγλικά, αποζημιώνω λεξικό γλώσσας ισλανδικά, αποζημιώνω στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- αποδυναμώνω στα ισλανδικά - féfletta, impoverish, að féfletta, þess að féfletta
- αποζημίωση στα ισλανδικά - bætur, skaðabætur, bóta, laun, endurgjald
- αποθέωση στα ισλανδικά - apotheosis
- αποθήκευση στα ισλανδικά - geymsla, Bílskúr, geymslu, Lóðir til sölu, Lóðir til
Τυχαίες λέξεις
Αποζημιώνω στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: bæta, bæta tjón, ábyrgjast
Μεταφράσεις: bæta, bæta tjón, ábyrgjast