Αρμόζω στα δανικά

Μετάφραση: αρμόζω, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
ske, dragt, blive, tilkomme, passer sig, sømme, sømme sig, sømmer sig
Αρμόζω στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αρμόζω

αρπάζω συνώνυμα, αρμόζω λεξικό γλώσσας δανικά, αρμόζω στα δανικά

Μεταφράσεις

  • αρμονία στα δανικά - overensstemmelse, harmoni, harmonien, harmonisk, samklang
  • αρμόδιος στα δανικά - ansvarsfuld, ansvarlig, kompetent, kompetente, ansvarlige, kompetence
  • αρμόζων στα δανικά - montering, passende, indretning, tilpasning, fitting
  • αρνί στα δανικά - lam, lammekød, Lammets, lammet, lamb
Τυχαίες λέξεις
Αρμόζω στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: ske, dragt, blive, tilkomme, passer sig, sømme, sømme sig, sømmer sig