Αρμόζω στα λιθουανικά
Μετάφραση: αρμόζω, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
kostiumas, tapti, derėti, pritikti, Licować z czymś, Piederēties, Būti tinkamu
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αρμόζω
αρπάζω συνώνυμα, αρμόζω λεξικό γλώσσας λιθουανικά, αρμόζω στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- αρμονία στα λιθουανικά - harmonija, darnumas, santarvė, Harmony, harmonijos, harmoniją, darna
- αρμόδιος στα λιθουανικά - atsakingas, kompetentingas, kompetentinga, kompetentingos, kompetentingai
- αρμόζων στα λιθουανικά - pritaikymas, tinkamas, montavimo, įrengimo, montuoti
- αρνί στα λιθουανικά - avinėlis, ėriukas, ėriena, ėriukų, ėrienos, aviena
Τυχαίες λέξεις
Αρμόζω στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: kostiumas, tapti, derėti, pritikti, Licować z czymś, Piederēties, Būti tinkamu
Μεταφράσεις: kostiumas, tapti, derėti, pritikti, Licować z czymś, Piederēties, Būti tinkamu