Αρχέγονος στα δανικά
Μετάφραση: αρχέγονος, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
primitive, primitiv, primitivt
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αρχέγονος
αρχέγονος συνώνυμο, αρχέγονοσ λεξικό, αρχέγονοσ νανισμόσ, αρχέγονος ελλάς ήπειρος, αρχέγονος συνώνυμα, αρχέγονος λεξικό γλώσσας δανικά, αρχέγονος στα δανικά
Μεταφράσεις
- αρχάγγελος στα δανικά - ærkeengel, Ærkeenglen, Archangel, ærkeengelen, ærkeenglens
- αρχάριος στα δανικά - novice, nybegynder, begynderbrugeren, nybegyndere, uerfarne
- αρχή στα δανικά - angreb, start, begynde, kilde, oprindelse, begyndelse, begynder, ...
- αρχίζω στα δανικά - begynde, start, begyndelse, starten, starte, startsiden, begyndelsen
Τυχαίες λέξεις
Αρχέγονος στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: primitive, primitiv, primitivt
Μεταφράσεις: primitive, primitiv, primitivt