Ασημένιος στα δανικά

Μετάφραση: ασημένιος, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
sølvtøj, sølv, Silver, sølv bruger, af Silver
Ασημένιος στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ασημένιος

ασημένιος καρχαρίας, σταμάτης ασημένιος, ασημένιος δίσκος, δαμιανός ασημένιος, ασημένιος δίσκος σερβιρίσματος, ασημένιος λεξικό γλώσσας δανικά, ασημένιος στα δανικά

Μεταφράσεις

  • ασβός στα δανικά - grævling, Badger, grævlingen, grævlingehår, grævlin-
  • ασελγής στα δανικά - pirrende, seksuelt pirrende, liderlig, lystne, liderlige
  • ασημί στα δανικά - sølvtøj, sølv, Silver, sølv bruger, af Silver
  • ασημαντότητα στα δανικά - ubetydelighed, ringe, ubetydelige, lidenhed, Ringhed
Τυχαίες λέξεις
Ασημένιος στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: sølvtøj, sølv, Silver, sølv bruger, af Silver