Ασημένιος στα ολλανδικά

Μετάφραση: ασημένιος, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
zilver, zilveren, verzilveren, Silver
Ασημένιος στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ασημένιος

ασημένιος καρχαρίας, σταμάτης ασημένιος, ασημένιος δίσκος, δαμιανός ασημένιος, ασημένιος δίσκος σερβιρίσματος, ασημένιος λεξικό γλώσσας ολλανδικά, ασημένιος στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • ασβός στα ολλανδικά - das, Badger, de Das, dassen, dassenhaar
  • ασελγής στα ολλανδικά - wulps, wellustig, wulpse, wellustige
  • ασημί στα ολλανδικά - zilver, verzilveren, zilveren, silver
  • ασημαντότητα στα ολλανδικά - onbeduidendheid, nietigheid, geringe aandeel, onbelangrijkheid, onbetekenendheid
Τυχαίες λέξεις
Ασημένιος στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: zilver, zilveren, verzilveren, Silver