Ατέλεια στα δανικά
Μετάφραση: ατέλεια, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
brist, defekt, fejl, ufuldkommenhed, imperfection, imperfektion, ufuldkommenhed på
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ατέλεια
ατέλεια δήμων, ατέλεια αρχαία, ατέλεια στα αγγλικά, ατέλεια δημοσίου, ταχυδρομική ατέλεια, ατέλεια λεξικό γλώσσας δανικά, ατέλεια στα δανικά
Μεταφράσεις
- ατάραχος στα δανικά - rolig, uforstyrret, uanfægtet, uperturberede, uforstyrrede, allesammen
- ατάσθαλος στα δανικά - uregelmæssighed, uregelmæssigheder, uregelmæssigheden
- αταβισμός στα δανικά - atavisme
- αταβιστικός στα δανικά - atavistisk, atavistic, atavistiske
Τυχαίες λέξεις
Ατέλεια στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: brist, defekt, fejl, ufuldkommenhed, imperfection, imperfektion, ufuldkommenhed på
Μεταφράσεις: brist, defekt, fejl, ufuldkommenhed, imperfection, imperfektion, ufuldkommenhed på