Αχτίδα στα δανικά
Μετάφραση: αχτίδα, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
stråle, bjælke, aksel, skaft, akslen, skaftet, akselen
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αχτίδα
αχτίδα θεσσαλονίκη, φροντιστήριο αχτίδα, αχτίδα αυτισμός, αχτίδα φωτός, αχτίδα λεξικό γλώσσας δανικά, αχτίδα στα δανικά
Μεταφράσεις
- αχρείος στα δανικά - skurk, slyngel, slynglen, slubbert, kæltring
- αχρηστεύω στα δανικά - lamme, incapacitate, at lamme, uarbejdsdygtig, ukampdygtige
- αχυρώνας στα δανικά - lade, laden, ombyggede lade, stald, i ombyggede lade
- αχόρταγος στα δανικά - grådige, grådig, grådigt
Τυχαίες λέξεις
Αχτίδα στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: stråle, bjælke, aksel, skaft, akslen, skaftet, akselen
Μεταφράσεις: stråle, bjælke, aksel, skaft, akslen, skaftet, akselen