Λέξη: παράγων

Σχετικές λέξεις: παράγων

παράγων v leiden, ανασχετικός παράγων, παράγων von willebrand, τοπικός παράγων, αντιπυρηνικός παράγων, ρευματοειδήσ παράγων, παράγων viii, παράγων leiden, ανθρώπινος παράγων, παράγων συνώνυμο

Συνώνυμα: παράγων

μέσο, πράκτορας, αντιπρόσωπος, συντελεστής, αγών, πρακτορείο, αντιπροσωπεία, ενέργεια, υπόδειγμα, τύπος υπεροχής, γεννών

Μεταφράσεις: παράγων

παράγων στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
agent, factor, agent is, player, a factor

παράγων στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
agente, reactivo, agente de, agentes, el agente, de agente

παράγων στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
agens, vertreter, makler, warenmakler, wirkungsmittel, agent, Agent, Mittel, Vertreter, Agens

παράγων στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
facteur, médiateur, intermédiaire, courtier, agent, représentant, réactif, mandataire, dépositaire, agent de, l'agent, agents

παράγων στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
sensale, agente, agente di, dell'agente, l'agente, agent

παράγων στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
corretor, agente, agente de, anunciante, o anunciante, agentes

παράγων στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
makelaar, agent, dealer, vertegenwoordiger, middel, agens, stof

παράγων στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
возбудитель, начальник, агент, представитель, филер, фактор, поверенный, средство, брокер, посредник, способ, маклер, деятель, комиссионер, реактив, вещество, агента, агентом

παράγων στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
agent, agenten, middel, reisebyrå

παράγων στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
mäklare, agent, ombud, medel, medlet, agenten

παράγων στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
agentti, välittäjä, edustaja, aineen, aine, ainetta, agent

παράγων στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
agent, repræsentant, middel, stof, agenten

παράγων στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
zmocněnec, jednatel, prostředek, prostředník, makléř, zprostředkovatel, činidlo, agens, zástupce, agent, činidlem

παράγων στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
pośrednik, przedstawiciel, ajent, odczynnik, preparat, agent, pełnomocnik, czynnik, środek

παράγων στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
hatóanyag, ügynök, szer, szert, anyag, ágens

παράγων στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
ajan, komisyoncu, maddesi, ajanı, danışmanı, aracısı

παράγων στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
агентський, фактор, повірений, чинник, засіб, агент, агент зі

παράγων στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
agjent, agjenti, agjent i, agjent të, agjenti i

παράγων στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
посредник, агент, брокер, вещество

παράγων στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
агент

παράγων στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
tegur, toimeaine, tegija, agent, aine, esindaja, ainet, ainega

παράγων στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
izvršilac, menadžer, razlog, uzročnik, sredstvo, agent, agens, sredstvo za, zastupnik

παράγων στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
umboðsmaður, erindreki, umboðsmanni, umboðsaðili, efni, efnið

παράγων στα λατινικά

Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
procurator

παράγων στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
agentas, tarpininkas, medžiaga, agento

παράγων στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
pārstāvis, aģents, līdzeklis, aģentu, aģenta

παράγων στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
агент, агентот, агенс, застапник, агент за

παράγων στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
agent, agent de, agentul, agentului, de agent

παράγων στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
agent, sredstvo, zastopnik, posrednik, sredstva

παράγων στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
sprostredkovateľ, agent, zástupca, agenta, agentom
Τυχαίες λέξεις