Βραχύλογος στα δανικά
Μετάφραση: βραχύλογος, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
kortfattethed, koncis, kortfattet, koncise, knaphed
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βραχύλογος
βραχύλογος λεξικό γλώσσας δανικά, βραχύλογος στα δανικά
Μεταφράσεις
- βραχιόλι στα δανικά - armbånd, bracelet
- βραχνός στα δανικά - hæs, støtte dem til deres, hæse, hæst
- βρεγμένος στα δανικά - fugt, våd, våde, vådt, wet, fugtig
- βρογχοκήλη στα δανικά - struma, strumaen, til struma, struma tilstræbes
Τυχαίες λέξεις
Βραχύλογος στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: kortfattethed, koncis, kortfattet, koncise, knaphed
Μεταφράσεις: kortfattethed, koncis, kortfattet, koncise, knaphed