Γδέρνω στα δανικά

Μετάφραση: γδέρνω, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
skind, hud, spark, scuff, slid, skrabedelen, ridsende
Γδέρνω στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: γδέρνω

γδέρνω στα αγγλικα, γδέρνω μεταφραση, γδέρνω λεξικό γλώσσας δανικά, γδέρνω στα δανικά

Μεταφράσεις

  • γαύρος στα δανικά - ansjos, ansjoser, ansjosbestanden, ansjos er
  • γδέρνομαι στα δανικά - spark, scuff, slid, skrabedelen, ridsende
  • γδούπος στα δανικά - bump, thud, dunk, brag
  • γδύνομαι στα δανικά - klæde, undress, klæde sig, gevandter, klæde sig af
Τυχαίες λέξεις
Γδέρνω στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: skind, hud, spark, scuff, slid, skrabedelen, ridsende