Γδέρνω στα ουκρανικά
Μετάφραση: γδέρνω, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
кірка, шкура, шкіра, протертися
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: γδέρνω
γδέρνω στα αγγλικα, γδέρνω μεταφραση, γδέρνω λεξικό γλώσσας ουκρανικά, γδέρνω στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- γαύρος στα ουκρανικά - граб, анчоус, анчоуса
- γδέρνομαι στα ουκρανικά - подряпина, пасти, зідрати, протертися
- γδούπος στα ουκρανικά - гашиш, раптом, стук, ударити, стукнути, тузити, глухий, ...
- γδύνομαι στα ουκρανικά - роздягатись, роздягатися, повсякденний, роздягати
Τυχαίες λέξεις
Γδέρνω στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: кірка, шкура, шкіра, протертися
Μεταφράσεις: кірка, шкура, шкіра, протертися