Γδέρνω στα τούρκικα
Μετάφραση: γδέρνω, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
deri, ayaklarını sürüyerek yürümek, scuff, kepeklenmeye, matlaştırma
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: γδέρνω
γδέρνω στα αγγλικα, γδέρνω μεταφραση, γδέρνω λεξικό γλώσσας τούρκικα, γδέρνω στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- γαύρος στα τούρκικα - hamsi, anchovy, ançuez, ançüez
- γδέρνομαι στα τούρκικα - otlamak, ayaklarını sürüyerek yürümek, scuff, kepeklenmeye, matlaştırma
- γδούπος στα τούρκικα - darbe, güm, thud, pat, küt, gümbürtüyle
- γδύνομαι στα τούρκικα - soyunmak, undress, soyunmaya, soyunup, soyunduğunu
Τυχαίες λέξεις
Γδέρνω στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: deri, ayaklarını sürüyerek yürümek, scuff, kepeklenmeye, matlaştırma
Μεταφράσεις: deri, ayaklarını sürüyerek yürümek, scuff, kepeklenmeye, matlaştırma