Γεμάτος στα δανικά
Μετάφραση: γεμάτος, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
total, hele, fuld, fulde, fuldt, fuldt ud
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: γεμάτος
γεμάτος συνώνυμα, γεμάτος δίσκος, γεμάτος σκληρός δίσκος, γεμάτος πλανήτης άδεια πιάτα, γεμάτος λεξικό γλώσσας δανικά, γεμάτος στα δανικά
Μεταφράσεις
- γελωτοποιός στα δανικά - hofnar, Jester, nar, Hofnarren, narren
- γελώ στα δανικά - le, griner, grine, grin, latter
- γεμίζω στα δανικά - ladning, læs, byrde, fylde, udfylde, hans position, Udfyld, ...
- γενέθλια στα δανικά - fødselsdag, fødselsdagsgave, års fødselsdag, fødselsdagen
Τυχαίες λέξεις
Γεμάτος στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: total, hele, fuld, fulde, fuldt, fuldt ud
Μεταφράσεις: total, hele, fuld, fulde, fuldt, fuldt ud