Είμαι στα δανικά

Μετάφραση: είμαι, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
være, findes, eksistere, jeg er, jeg, er jeg, jeg ser, jeg har
Είμαι στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: είμαι

είμαι μαμά, είμαι ένας άλλος στάνκογλου, είμαι μια χαρά, είμαι έγκυος, είμαι απο εκείνα τα παιδιά - στέλιος ρόκκος (στίχοι), είμαι λεξικό γλώσσας δανικά, είμαι στα δανικά

Μεταφράσεις

  • είδωλο στα δανικά - billede, figur, idol, afgud, idolet, Idol og
  • είκοσι στα δανικά - tyve, snes, og tyve, femogtyve
  • είσοδος στα δανικά - indgang, entrance, indgangen, adgang, entré
  • είτε στα δανικά - om, enten, hverken, begge, hver
Τυχαίες λέξεις
Είμαι στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: være, findes, eksistere, jeg er, jeg, er jeg, jeg ser, jeg har