Ειρωνικός στα δανικά

Μετάφραση: ειρωνικός, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
ironisk, ironiske, ironi
Ειρωνικός στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ειρωνικός

ειρωνικός συνώνυμα, ειρηνικός ωκεανός, ειρωνικός συνώνυμο, ειρωνικός λεξικό γλώσσας δανικά, ειρωνικός στα δανικά

Μεταφράσεις

  • ειρωνεία στα δανικά - ironi, ironiske, ironien, ironisk
  • ειρωνικά στα δανικά - ironisk, ironisk nok, ironisk nok er, Det ironiske
  • εισάγω στα δανικά - import, præsentere, servere, tage, udføre, indføre, forestille, ...
  • εισέρχομαι στα δανικά - indtaste, træder, indtast, angive, indtaster
Τυχαίες λέξεις
Ειρωνικός στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: ironisk, ironiske, ironi